λαμπάδια — λαμπάδιον small torch neut nom/voc/acc pl λαμπάδιος torch bearing neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδίας — λαμπαδίᾱς , λαμπάδιος torch bearing fem acc pl λαμπαδίᾱς , λαμπάδιος torch bearing fem gen sg (attic doric aeolic) λαμπαδίᾱς , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc pl λαμπαδίᾱς , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδίαν — λαμπαδίᾱν , λαμπάδιος torch bearing fem acc sg (attic doric aeolic) λαμπαδίᾱν , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc sg (attic epic doric aeolic) λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδίας — (Αστρον.). Ελληνική ονομασία του αστέρα Αλντεμπαράν (αραβ. Al Dabaran = ο ακόλουθος, λόγω του γεγονότος ότι φαίνεται να ακολουθεί τις Πλειάδες) που ανήκει στον αστερισμό του Ταύρου. Ο Λ. ονομάζεται επίσης οφθαλμός του Ταύρου, επειδή στη… … Dictionary of Greek
λοφνίδιον — λοφνίδιον, τὸ (Α) [λοφνίς] (κατά τον Ησύχ.) «λοφνίδια λαμπάδια» … Dictionary of Greek
Αλντεμπαράν — Αραβική ονομασία του Λαμπαδία (βλ. λ.) … Dictionary of Greek
αστέρες — Ουράνια σώματα, που γίνονται ορατά από το φως που εκπέμπουν. Οι α., αντίθετα με τους πλανήτες που γίνονται ορατοί από το φως που ανακλούν, λέγονται και απλανείς, επειδή φαινομενικά μένουν ακίνητοι στον ουράνιο θόλο. Εξαιτίας της τεράστιας… … Dictionary of Greek
αστρικά σμήνη — Αστέρες, που τα μεταξύ τους χαρακτηριστικά είναι όμοια, όπως όμοιος είναι ο τρόπος της κίνησής τους. Τα α.σ. είναι αθροίσματα αστέρων, οι οποίοι αποτελούν ένα ιδιαίτερο σύνολο εξαιτίας της ομοιόμορφης κίνησης και της ομοιότητας των φασματικών… … Dictionary of Greek